Κ
Α Τ Η Γ Ο Ρ Ο Υ Μ Ε Ν Ο
Κατηγορούμενο
είναι ο προσδιορισμός ο οποίος με τη μεσολάβηση του συνδετικού ρήματος* ,(ή κάποιου μη συνδετικού που όμως
έχει ρόλο συνδετικό ) αποδίδει στο προσδιοριζόμενο μια ιδιότητα ή ποιότητα.
ΕΙΔΗ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ:
- (απλό)
κατηγορούμενο
- γενική κατηγορηματική
- παραβολικό κατηγορούμενο
4.
επιρρηματικό κατηγορούμενο
5.
προληπτικό κατηγορούμενο
*ΣΥΝΔΕΤΙΚΑ ΡΗΜΑΤΑ
Τα συνδετικά ρήματα συνδέουν το κατηγορούμενο, κυρίως με
το υποκείμενο αλλά και με το αντικείμενο. Από τα συνδετικά ρήματα εξαρτώνται το
απλό κατηγορούμενο (του υποκειμένου ή του αντικειμένου), το παραβολικό
κατηγορούμενο και η γενική κατηγορηματική (όχι το επιρρηματικό και το
προληπτικό κατηγορούμενο.)
Τα συνδετικά ρήματα
από τα οποία εξαρτάται το κ-ο του υποκειμένου είναι:
·
Τα συνώνυμα του «εἰμί»: ὑπάρχω, γίγνομαι, διάγω, διατελῶ(
=είμαι συνεχώς), διαγίγνομαι, ἐκβαίνω, ἀποβαίνω ,τυγχάνω( =αποβαίνω ,καταντώ),
μένω, διαμένω, πέφυκα (=είμαι από τη φύση μου), ἔφυν( =υπήρξα από τη φύση μου),
καθίσταμαι (=συμβαίνω)
·
Τα ρήματα
εκλογής(προχειριστικά)στη
μέση φωνή/διάθεση: ἐκλέγομαι, χειροτονοῦμαι,
αἱροῦμαι, λαγχάνω, ψηφίζομαι, ἀποδείκνυμαι(= διορίζομαι, αναδεικνύομαι)
·
Τα κλητικά ρήματα στη μέση φωνή/διάθεση: λέγομαι, ὀνομάζομαι,
καλοῦμαι, προσαγορεύομαι, ἀκούω
·
Τα δοξαστικά ρήματα κυρίως στη μέση φωνή: δοκῶ, φαίνομαι, ὑπολαμβάνομαι,
νομίζομαι, πιστεύομαι, κρίνομαι ,ἁλίσκομαι, (πιάνομαι, θεωρούμαι) εὑρίσκομαι(θεωρούμαι) ,λαμβάνομαι (πιάνομαι, θεωρούμαι).
Τα
συνδετικά ρήματα από τα οποία εξαρτάται το κ-ο του αντικειμένου είναι:
·
Τα ρήματα καθίστημι, τίθημι, λαμβάνω, δίδωμι,
ποιῶ -ποιοῦμαι, πράττω, ἔχω παρέχω , ἐῶ, κτῶμαι ,ἀπεργάζομαι, κατασκευάζομαι
δέχομαι, διασώζω ,διαφυλάττω κ.α
·
Τα ενεργητικά που σημαίνουν «εκλέγω»: αἱροῦμαι ,ἀποδείκνυμι καθίστημι κ.α
·
Τα κλητικά: καλῶ, ὀνομάζω, προσαγορεύω κ.α
·
Τα δοξαστικά : νομίζω, κρίνω, ἡγοῦμαι κ.α

Τα
παραπάνω ρήματα παίρνουν κτγ του αντικ. σε αιτ
.το ρήμα χρῶμαι όμως παίρνει κτγ του αντικ. σε δοτική
- ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ(απλό)
Το
απλό κατηγορούμενο εξαρτάται από τα συνδετικά ρήματα και είναι στο ίδιο γένος, αριθμό και πτώση με
το υποκείμενο –αντικείμενο που προσδιορίζει( υπάρχουν και εξαιρέσεις) .Το κατηγορούμενο μπορεί να είναι:
-ουσιαστικό1 ŠΚῡρός ἐστι βασιλεύς.
-επίθετο2
ŠΣωκράτης ἐστί σοφός.
-αντωνυμία Š Πάτερ εἰμί σός.(=δικός σου)
-αριθμητικό ŠΟἱ στρατηγοί ἦσαν δέκα.
-μετοχή ŠΟὗτός ἐστι ὁ φέρων τά ὅπλα.
-απαρέμφατο ŠΤό λακωνίζειν ἐστι φιλοσοφεῖν.
-επίρρημα ŠΜάτην
ἐστι το μεμνῆσθαι
περί τούτων.
-ολόκληρη πρόταση ŠὉ Φίλιππός ἐστι ὅ τι ἄν τις εἴποι.
- εμπρόθετος προσδιορισμός3 ŠΟἱ ἐπιόντες ἦσαν ἀμφί τούς τριάκοντα.

- το
κατηγορούμενο, όταν είναι ουσιαστικό δεν παίρνει άρθρο , μερικές φορές όμως είναι έναρθρο:
-
όταν
παρουσιάζεται ως κάτι γνωστό
-
όταν
πρόκειται να δηλωθεί ότι το
προσδιοριζόμενο είναι πράγματι αυτό που σημαίνει το κατηγορούμενο.
- το
κατηγορούμενο εξαρτάται από συνδετικό ρήμα , αναφέρεται ή στο υποκείμενο ή
στο αντικείμενο και συμφωνεί σε πτώση
γένος και αριθμό
με το προσδιοριζόμενο .
Παράδ. οὗτός ἐστι δίκαιος (το κτγ είναι επίθετο και συμφωνεί σε
γένος, αριθμό και πτώση με το υποκ.)
Αλλά:
Παραδ
‚ αἱ
μεταβολαί εἰσι λυπηρόν. (Y :αἱ
μεταβολαί .Ρ: εἰσι ΚΤΓ: λυπηρόνŠδεν συμφωνεί σε
γένος και αριθμό). Ουσιαστικά δεν
υπάρχει ανωμαλία γιατί η λέξη “λυπηρόν” είναι ε.π στο κτγ “πράγμα” το οποίο
παραλείπεται(βλ. παρακάτω) Σε αυτήν την
πρόταση ή θα εννοήσουμε το κτγ που παραλείπεται (πράγμα) και το λυπηρόν ε.π του
κτγ ή θα θεωρήσουμε το “λυπηρόν” κτγ στη θέση της λέξης “πράγμα” χωρίς να
αναφέρουμε ότι το «πράγμα» είναι το εννοούμενο κτγ που παραλείπεται.
- το
κατηγορούμενο ,όπως και το υποκείμενο , μερικές φορές όταν δηλώνει το «περίπου»
μπορεί να εκφέρεται με εμπρόθετο προσδιορισμό.
-εἰς, ἀμφί, πρός, ὑπέρ, κατά ,ὡς +
αιτιατική
-ὡς, ὥσπερ +κατηγορούμενο
-ἐν +δοτική .Σε αυτήν την
περίπτωση ή θα θεωρήσουμε τον εμπρόθετο προσδ. κατηγορούμενο ή θα εννοήσουμε τη
λέξη «ἄνδρας» ή «ἀνδράσι»(ἐν+ δοτ.) ως κατηγορούμενο, και ο εμπρόθετος θα
δηλώνει απλώς το “περίπου”.
ΟΤΑΝ ΤΟ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ ΔΕ ΣΥΜΦΩΝΕΙ ΜΕ ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ-
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΣΕ ΓΕΝΟΣ, ΠΤΩΣΗ ΚΑΙ ΑΡΙΘΜΟ.
ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ
§
Όταν
το κ-ο είναι ουσιαστικό ή
αντωνυμία τότε τυχαία θα συμφωνεί σε γένος και αριθμό
Παράδ. Μέγαρά ἐστι πόλις.
Τεγέα ἐστι πόλις.
Αἱ
μεταβολαί εἰσί λυπηρόν πράγμα.
§
Όταν
το υποκείμενο είναι αφηρημένη ή βαρύνουσα έννοια , το κ-ο θα είναι σε ουδέτερο γένος. Έτσι προσδίδεται κύρος στο κ-ο.
Παράδ. Εἰρήνη
μέγιστόν ἐστι.
§
Όταν
στην πρόταση έχουμε περισσότερα από ένα υποκείμενα έμψυχα και διαφορετικού
γένους, τότε το κ-ο μπαίνει σε
πληθυντικό αριθμό και στο ισχυρό γένος( το αρσενικό είναι πιο ισχυρό του
θηλυκού και το θηλυκό πιο ισχυρό του ουδετέρου).
Παράδ
.Ἑρμῆς καί Ἀφροδίτη ἦσαν
παρόντες.
§
Όταν
τα υποκείμενα είναι περισσότερα από ένα και δηλώνουν έννοια αφηρημένη ,τότε το
κ-ο είναι σε πληθυντικό αριθμό και σε ουδέτερο γένος.
Παράδ. Αἰδώς
καί φόβος ἔμφυτα τοῖς ἀνθρώποις εἰσί.
§
Όταν
έχουμε έμψυχα και άψυχα υποκείμενα , τότε το κ-ο μπαίνει στο γένος των εμψύχων.
Παράδ. Ἀνὴρ
καί αἰδώς ἰσχυροὶ ἐν ταῖς πόλεσίν εἰσι.
§
Όταν
στην πρόταση το κανονικό κατηγορούμενο είναι το ουσιαστικό «πράγμα» το οποίο
παραλείπεται , παίρνει τη θέση του ως
κ-ο το επίθετο που το προσδιορίζει. Τότε το επίθετο που είναι σε θέση
κατηγορουμένου δε συμφωνεί σε γένος και αριθμό με το υποκείμενο- αντικείμενο
αλλά με το πράγμα.
§
Τέλος,
εξαιρείται της συμφωνίας στην πτώση ,η γενική κατηγορηματική.
Παράδ. Τὸ
τεῖχος ἦν τῆς πόλεως.
- γενικη κατηγορηματικη
Είναι
μορφή του απλού κατηγορουμένoυ
και η μόνη περίπτωση που το κ-ο δε συμφωνεί σε πτώση , γένος, αριθμό με το
υποκείμενο. Η γενική κατηγορηματική εξαρτάται πάντα από συνδετικά ρήματα ,
αναφέρεται μόνο στο υποκείμενο και μπορεί να δηλώνει:
-
Ύλη g
ὁ ναός ἦν λίθου
-
Κτήση g
ἡ οἰκία ἐστι τοῦ πατρός
-
Ιδιότητα g
οἱ ποταμοί ἦσαν
μεγάλου βάθους
-
Καταγωγή g
Σωκράτης ἦν Σωφρονίσκου
-
Αξία g
τά δῶρα ἦσαν δύο ταλάντων
-
Διαίρεση g
οὗτοι ἦσαν τῶν Κορινθίων
- ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ
ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ
Κατηγορούμενο
της παραβολής λέγεται το κ-ο που συνοδεύεται από το ὡς ή το ὥσπερ (ως,
σαν)και προέρχεται από τη σύμπτυξη αναφορικής και παραβολικής πρότασης.
Παραδ.
ἦσαν ὥσπερ ἐχθροί.
- ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΟ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ
Το
επιρρηματικό κατηγορούμενο δεν συντάσσεται με συνδετικά ρήματα αλλά κυρίως με ρήματα που δηλώνουν δράση κίνηση ή
σκόπιμη ενέργεια. Το επιρρηματικό κατηγορούμενο είναι τις περισσότερες φορές άναθρο
επίθετο και σπάνια ουσιαστικό και ισοδυναμεί με επίρρημα το οποίο μπορεί να
δηλώνει :
-τόπο "οἱ στρατιῶται ἐσκήνωσαν ὑπαίθριοι
-χρόνο "ἀφίχθη δευτεραῖος
-τρόπο "ἄσμενος
ἔπραξεν ταῦτα
-σειρά "ἔπραξαν ταῦτα πρῶτοι
-σκοπό "ἐστάλη διδάσκαλος
επιρρηματικά κατηγορούμενα είναι συνήθως οι λέξεις:
ἀντίος (=απέναντι, εχθρικός), αὐτόματος ,ἀργός,
ἁθρόος, ἄπρακτος, ἄκριτος,
ἄκων, ἀκούσιος, ἀπότομος, ἄπρακτος, αὐτοκράτωρ(= με απόλυτη
εξουσία), αὐτόνομος, αἰφνίδιος, ἄσμενος(=με χαρά),ἄφθονος, βοηθός, γέρων,
δεύτερος, δευτεραῖος (τη δεύτερη μέρα) ,εἰρηνοποιός , ἑκών , ἑκούσιος ,ἐθελούσιος, ἐναντίος, ἐνιαύσιος
(= ετήσιος), ἑσπέριος, θαλάσσιος, μέγας,
μέσος, μετέωρος, νέος ,σκοταῖος(= τη νύχτα),σύμβουλος, τελευταῖος, τριταῖος,
φύλαξ ,ὅμορος (=γειτονικός),ὄρθριος, πελάγιος, πολύς ,πρότερος, πρῶτος,
στρατηγός, σύμβουλος, ὑπαίθριος, ὑπόσπονδος (=με την προστασία της ανακωχής) , ὕστερος
,ὕστατος, χρόνιος
του
τρόπου:
ἄκων, ἀκούσιος, ἐθελούσιος, ἀπότομος, ἑκών/
ἑκούσιος, ἁθρόος, ἀντίος, ἄσμενος, ἄφθονος, ἐναντίος, ἄπρακτος,
αὐτοκράτωρ, αὐτόνομος, ὑπόσπονδος, αὐτόματος ,ἀργός, μετέωρος, μέγας, ἄκριτος, ὅμορος
του
χρόνου:
γέρων, ἐνιαύσιος, ὄρθριος,
νέος, σκοταῖος, τριταῖος, δευτεραῖος, ἑσπέριος,
του
τόπου:
βοηθός, θαλάσσιος, πελάγιος, ὑπαίθριος,
του
σκοπού:
βοηθός, εἰρηνοποιός , φύλαξ, στρατηγός, σύμβουλος,
της σειράς:
πρῶτος, δεύτερος, τελευταῖος, ὕστερος ,ὕστατος,
5. ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ
Το
προληπτικό κατηγορούμενο (ή κατηγορούμενο του αποτελέσματος) φανερώνει το
αποτέλεσμα της έννοιας του ρήματος και αποδίδεται κατά πρόληψη στο υποκείμενο ή
το αντικείμενο του ρήματος. Μεταφράζεται με τα «ώστε»/ «ώστε να».To προληπτικό
κατηγορούμενο είναι πάντα άναρθρο επίθετο και συντάσσεται με ρήματα που
σημαίνουν μεταβολή αύξηση ή εξέλιξη του υποκειμένου ή του αντικειμένου.
-
Προληπτικό κατηγορούμενο του
υποκειμένου
δέχονται τα ρήματα: αὔξομαι , τρέφομαι,
πνέω, αἴρομαι ,ἐκδιδάσκομαι, παρασκευάζομαι, κομίζομαι, τείνω , ῥέω.
-
Προληπτικό κατηγορούμενο του
αντικειμένου
δέχονται τα ρήματα: αὔξω, αἴρω, τρέφω, παιδεύω, διδάσκω.
Π.χ
ὁ ἄνεμος ἔπνει ἐνάντιος
ὁ ποταμός ἐρρύει μέγας
αὐξάνω τήν δύναμιν μεγίστη